Η καταστροφή των Σοδόμων

Η ωραιότερη από τις πόλεις που βρίσκονταν στην κοιλάδα του Ιορδάνη ποταμού ήταν τα Σόδομα, δεσπόζοντας σε μια πεδιάδα που έμοιαζε «ως παράδεισος του Κυρίου» με τη γονιμότητα και την ομορφιά της. Εκεί οργίαζε η τροπική βλάστηση. Εκεί άκμαζαν τα φοινικόδενδρα, τα λιόδενδρα, τα αμπέλια, και τα λουλούδια σκόρπιζαν το άρωμά τους όλο το χρόνο. Τα γεννήματα αφθονούσαν στα λιβάδια, και  κοπάδια κάλυπταν  τους γύρω λόφους. Οι τέχνες και το εμπόριο πρόσθεταν πλούτο στην  περήφανη  πόλη της πεδιάδας. Οι θησαυροί της ανατολής κοσμούσαν τα παλάτια της και τα καραβάνια της ερήμου έφερναν τις πολύτιμες πραμάτειες τους για τις αγορές της. Με ελάχιστη σκέψη ή εργασία η κάθε βιοτική ανάγκη μπορούσε να ικανοποιηθεί και ολόκληρος  ο χρόνος έμοιαζε σαν ένας πανηγυρικός κύκλος.

Η πλησμονή που βασίλευε παντού, δημιούργησε πολυτέλεια και περηφάνια. Η οκνηρία και τα πλούτη σκληραίνουν την καρδιά που δε γνώρισε τη φτώχια και δε δοκιμάσθηκε από τη θλίψη. Η αγάπη των διασκεδάσεων, ενισχυμένη από τον πλούτο και τη σχόλη, οδηγούσε τους ανθρώπους στη φιληδονία. Ο προφήτης λέει: «Ιδού, αύτη ήτο η ανομία της αδελφής σου Σοδόμων, υπερηφανία, πλησμονή άρτου και αφθονία τρυφηλότητος, αυτής και των θυγατέρων αυτής. Τον πτωχόν δε και τον ενδεή δεν εβοήθει, και υψούντο και έπραττον βδελυρά ενώπιόν Μου. ΄Οθεν καθώς είδον ταύτα, ηφάνισα αυτάς.» (Ιεζ. 16:49,50). Τίποτε δεν επιθυμούν οι άνθρωποι περισσότερο από τα πλούτη και την καλοπέ- ραση, και όμως αυτά ακριβώς είναι που γεννούν τις αμαρτίες οι οποίες έφεραν την καταστροφή των δύο πεδινών πόλεων. Η ανάξια, οκνηρή ζωή τους τούς έκανε να πέσουν θύματα στους πειρασμούς του Σατανά, και παραμόρφωσαν την εικόνα του Θεού σε σατανική μορφή. Η οκνηρία είναι η μεγαλύτερη κατάρα που μπορεί να βρει τον άνθρωπο, επειδή την ακολουθεί το κακό και η εγκληματικότητα. Εξασθενεί το νου, διαφθείρει τη σκέψη και εξευτελίζει την ψυχή. Ο Σατανάς καραδοκεί, έτοιμος να καταστρέψει τους αφρούρητους, των οποίων η οκνηρία τού παρέχει την ευκαιρία να τους παρουσιασθεί κάτω από κάποιο ελκυστικό συγκάλυμμα. Ποτέ δε σημειώνει μεγαλύτερη επιτυχία από το ό,τι αν βρίσκει τους ανθρώπους στην απραγία.

Στα Σόδομα βασίλευε το ξεφάντωμα, το γλέντι και το μεθύσι. Τα χυδαία και κτηνώδη πάθη ήταν ασυγκράτητα. Φανερά οι άν- θρωποι περιφρονούσαν το Θεό και το νόμο Του, και τέρπονταν  με πράξεις βίας. Ενώ είχε προηγηθεί το παράδειγμα του προκατακλυσμιαίου κόσμου και ήξεραν πως η οργή του Θεού έφερε την καταστροφή του, εξακολουθούσαν να τηρούν την ίδια αμαρτωλή πορεία.
Την εποχή που ο Λωτ μετοίκησε στα Σόδομα, η διαφθορά δεν είχε ακόμη γενικευθεί, και μέσα στην ευσπλαχνία Του ο Θεός επέτρεψε στις ακτίνες του φωτός να λάμψουν μέσα από το ηθικό σκοτάδι. ΄Οταν ο Αβραάμ ελευθέρωσε τους αιχμαλώτους από τα χέρια των Ελαμιτών, η προσοχή των ανθρώπων είχε  στραφεί στην αληθινή πίστη. Ο Αβραάμ δεν ήταν άγνωστος στους κατοί- κους και η λατρεία του στον αόρατο Θεό είχε γίνει γι’αυτούς θέμα χλευασμού. Η νίκη όμως κατά δυνάμεων πολύ υπερτέρων καθώς και η μεγαλόψυχη συμπεριφορά του στην υπόθεση των αιχμαλώ- των και των λαφύρων προκάλεσε την έκπληξη και το θαυμασμό τους. Αν και εγκωμίασαν την επιδεξιότητα και την πολεμική ανδρεία του, ήταν όμως πεπεισμένοι ότι η νίκη του οφειλόταν σε μια θεϊκή δύναμη. Επίσης, το ευγενικό και αφίλαυτο πνεύμα του, το τόσο ξένο στους εγωιστές κατοίκους των Σοδόμων, αποτελούσε άλλη μια ένδειξη της ανωτερότητας της θρησκείας την οποία είχε τιμήσει με το θάρρος και την πιστότητά του.

Ο Μελχισεδέκ, προσφέροντας την ευλογία του στον Αβραάμ, αναγνώρισε τον Κύριο ως την πηγή της δύναμής του και αυτουρ- γό της νίκης. «Ευλογημένος ο ΄Αβραμ παρά του Θεού του Υψίστου, όστις έκτισε τον ουρανόν και την γην, και ευλογητός ο Θεός ο ΄Υψιστος, όστις παρέδωκε τους εχθρούς σου εις την  χείρα σου.» (Γέν. 14:19,20). Ασκώντας την πρόνοιά Του, ο Θεός μιλούσε στο λαό εκείνο, αλλά η τελευταία ακτίνα του φωτός απορρίφθηκε, όπως έγινε και παλαιότερα.

Και τώρα πλησίαζε η τελευταία νύχτα των Σοδόμων. ΄Ηδη τα απειλητικά σύννεφα έρριχναν τη σκιά τους στην  παραδομένη στην αμαρτία πόλη. Οι άνθρωποι όμως δεν τα πρόσεχαν. Ενώ οι άγγελοι ζύγωναν στην αποστολή τους για καταστροφή, οι άνθρωποι ονειρεύονταν την ευμάρεια και την απόλαυση. Η τελευταία εκείνη ημέρα δε διέφερε από τις προηγούμενες. Η νύχτα απλώθηκε επάνω σε μια ασφαλή, ειδυλλιακή σκηνή. Οι τελευταίες ηλιαχτίδες έλουζαν ένα ασυναγώνιστο σε ομορφιά τοπίο. Η βραδινή δροσιά προκαλούσε τους κατοίκους της πόλης και οι ηδονοθήρες πηγαινοέρχονταν ομαδικά κυνηγώντας τη χίμαιρα των απολαύσεων.

Το σούρουπο δύο ξένοι πλησίασαν στην πύλη της πόλης. Έμοιαζαν με ταξιδιώτες που έρχονταν να περάσουν τη νύχτα. Κανένας δε διέκρινε στους απλοϊκούς εκείνους ταξιδιώτες τους δυναμικούς κήρυκες της θεϊκής κρίσης. Το εύθυμο και ανέμελο πλήθος ούτε καν υποπτευόταν ότι την ίδια εκείνη νύχτα με το φέρσιμό τους στους ουράνιους αυτούς απεσταλμένους, θα έφθαναν στο κορύφωμα της ενοχής τους που θα κατέληγε στην καταστροφή της περήφανης πόλης τους. Υπήρχε όμως κάποιος που εκδήλωσε στοργική προσοχή προς τους ξένους και τους κάλεσε στο σπίτι του. Ο Λωτ αγνοούσε την πραγματική τους προέλευση, αλλά η ευγένεια και η φιλοξενία ήταν η δεύτερη φύση του. Αποτελούσαν μέρος της θρησκείας του. ΄Ηταν μαθήματα που είχε διδαχθεί από το παράδειγμα του Αβραάμ. Αν δεν είχε καλλιεργήσει το πνεύμα της αβροφροσύνης, ίσως θα είχε απολεσθεί μαζί με τους λοιπούς κατοίκους των Σοδόμων. Πολλές οικογένειες κλείνοντας τις πόρτες τους σε κάποιον ξένο, έχουν αποκλείσει τον απεσταλμένο του Θεού που θα μπορούσε να τους φέρει ευλογία, ειρήνη και ελπίδα.

Κάθε πράξη στη ζωή μας, όσο και ασήμαντη, έχει την επίπτωσή της είτε για το καλό είτε για το κακό. Η πιστότητα ή η αμέλεια στην εκτέλεση και των φαινομενικά μηδαμινών καθηκόντων, μπορεί να ανοίξει την πόρτα και για πλουσιότερες ευλογίες ή τις μεγαλύτερες δυστυχίες της ζωής. Ο  χαρακτήρας δοκιμάζεται  με τα μικροπράγματα. Οι ανεπιτήδευτες πράξεις της καθημερινής, αφίλαυτης συμπεριφοράς, που εκτελούνται με χαρούμενη και πρόθυμη καρδιά, είναι εκείνες που ευαρεστούν το Θεό. Δεν πρέπει να ζούμε για τον εαυτό μας, αλλά για τους άλλους. Και μόνο όταν λησμονούμε τον εαυτό μας, όταν τρέφουμε ένα καλοκάγαθο πνεύμα βοήθειας, μπορούμε να καταστήσουμε τη ζωή μας ευλογία. Οι μικροεκδουλεύσεις, οι  μικροφιλοφροσύνες  συντελούν πολύ στην ολοκλήρωση μιας ευτυχισμένης ζωής, ενώ η παραμέλησή τους συμβάλλει στην ανθρώπινη δυστυχία.

Γνωρίζοντας την κακομεταχείριση στην οποία οι ξένοι θα ήταν εκτεθειμένοι στα Σόδομα, ο Λωτ θεώρησε καθήκον του να τους φυλάξει κατά την είσοδό τους προσφέροντάς τους τη φιλοξενία  του σπιτιού του. Ήταν καθισμένος στην πύλη την ώρα που οι ταξιδιώτες πλησίαζαν, και μόλις τους είδε, σηκώθηκε από τη θέση του να τους προϋπαντήσει, και υποκλινόμενος ευγενικά  τους  είπε: «Ιδού, κύριοί μου, εκκλίνατε παρακαλώ, προς την οικίαν του δούλου σας και διανυκτερεύσατε.» Δείχνοντας να αρνούνται τη φιλοξενία του, εκείνοι απάντησαν: «Ουχί, αλλ’εν τη πλατεία θέλομεν διανυκτερεύσει.» Η απάντηση αυτή είχε διπλό σκοπό: αφενός να δοκιμάσει την ειλικρίνεια του Λωτ και αφετέρου να δώσει την εντύπωση ότι αγνοώντας το χαρακτήρα των ανθρώπων των Σοδόμων, το θεωρούσαν ασφαλές να περάσουν τη νύχτα μέσα στο δρόμο. Η απάντησή τους έκανε το Λώτ να πάρει την απόφαση να μην τους εγκαταλήψει στο έλεος του όχλου. Επέμενε στην πρόσκλησή του μέχρι που υποχώρησαν και τον ακολούθησαν στο σπίτι του.

Έλπιζε να αποκρύψει τις προθέσεις του από τους αργόσχολους στην πύλη και να οδηγήσει τους ξένους στο σπίτι του από έναν παρακαμπτήριο δρόμο. Με τη διστακτικότητά τους όμως και τη χρονοτριβή καθώς και με την επίμονη παράκλησή του, έγιναν αντιληπτοί, και πριν ακόμη πέσουν να κοιμηθούν, ένας παράνομος συρφετός συγκεντρώθηκε γύρω από το σπίτι. Ήταν ένα πελώριο πλήθος από νέους και γέρους, άνδρες που φλέγονταν από χαμερπή πάθη. Οι φιλοξενούμενοι υπέβαλαν ερωτήσεις σχετικά  με τη φήμη της πόλης και ο Λώτ τους πληροφόρησε να μην επιχειρήσουν να βγουν έξω από την πόρτα του το βράδυ εκείνο,  όταν οι άγριες φωνές και τα σκώμματα του συρφετού ακούσθηκαν απαιτώντας να φερθούν έξω προς αυτούς οι δύο ξένοι άνδρες.

Ξέροντας ότι αν έφθαναν στα άκρα της βιαιοπραγίας, θα μπορούσαν να εισβάλουν χωρίς δυσκολία στο σπίτι του, ο Λωτ βγήκε επιχειρώντας να τους αποτρέψει με την πειθώ. Τους είπε: «Μη αδελφοί μου, μη πράξητε τοιούτον κακόν.» Χρησιμοποιώντας τον όρο «αδελφοί» με την έννοια των γειτόνων, έλπιζε να τους κατευνάσει και να τους κάνει να ντραπούν για τις ανήθικες προθέσεις τους. Τα λόγια του όμως επέδρασαν όπως το λάδι στη φωτιά. Η οργή τους έμοιαζε σαν το ούρλιασμα της ανεμοθύελλας. Χλεύασαν το Λωτ ότι ήθελε να τους κάνει το δικαστή και απείλησαν να του φερθούν χειρότερα ακόμη από ό,τι σκόπευαν να φερθούν στους φιλοξενουμένους του. ΄Ορμησαν  κατεπάνω του και  θα τον είχαν λιντσάρει αν δεν  τον  έσωζαν  οι άγγελοι του Θεού. Οι ουράνιοι απεσταλμένοι «εκτείνοντες . . . τας χείρας αυτών, έσυραν τον Λωτ προς εαυτούς, και έκλεισαν την θύραν». Τα γεγονότα που ακολούθησαν, φανέρωσαν την ιδιότητα των επισκεπτών που φιλοξενούσε. «Τους ανθρώπους τους όντας εις την θύραν της οικίας, εκτύπησαν με αορασίαν από μικρού έως μεγά- λου, ώστε απέκαμον ζητούντες την θύραν.» Αν δεν είχαν υποστεί διπλή τύφλωση εξαιτίας της σκληροκαρδίας τους, το χτύπημα αυτό που κατάφερε ο Θεός επάνω τους θα έπρεπε να τους κάνει να φοβηθούν και να παραιτηθούν από την ελεεινή πράξη τους. Την τελευταία εκείνη νύχτα δε διαπράχθηκαν χειρότερες αμαρτίες από ό,τι πολλές νύχτες πριν από αυτή. Αλλά η επί τόσον καιρό απωθούμενη ευσπλαχνία είχε πια παύσει να ικετεύει. Οι κάτοικοι των Σοδόμων είχαν ξεπεράσει  τα όρια της θεϊκής ανεκτικότητας, τα αδιόρατα σύνορα μεταξύ της υπομονής και της οργής του Θεού. Οι φωτιές της εκδίκησής Του ήταν έτοιμες να  ανάψουν στην κοιλάδα του Σιδδίμ.

Οι άγγελοι φανέρωσαν στο Λωτ το σκοπό της  αποστολής τους. «Ημείς καταστρέφομεν τον τόπον τούτον, επειδή η κραυγή αυτών εμεγάλυνεν ενώπιον του Κυρίου, και απέστειλεν ημάς ο Κύριος διά να καταστρέψωμεν αυτόν.» Οι ξένοι που ο Λωτ είχε προσπαθήσει να προστατεύσει, υπόσχονταν τώρα να προστατεύσουν αυτόν και να σώσουν επίσης τα μέλη  της  οικογένειάς του που θα ήθελαν να φύγουν μαζί του από την αμαρτωλή πόλη. Αποκαμωμένος ο συρφετός, είχε τώρα απομακρυνθεί και ο Λώτ βγήκε έξω για να ειδοποιήσει τα παιδιά του. Επανέλαβε σε αυτά τα λόγια των αγγέλων: «Σηκώθητε, εξέλθετε εκ του τόπου τούτου, διότι καταστρέφει ο Κύριος την πόλιν.» Τους φάνηκε όμως ότι αστειευόταν. Τον περιγέλασαν γι’αυτό που το χαρακτήρισαν δεισιδαιμονικό φόβο. Οι κόρες του επηρεάσθηκαν από τους άνδρες τους. ΄Ηταν πολύ καλά εκεί όπου βρίσκονταν. Δεν έβλεπαν τίποτε που να προμηνύει κίνδυνο. ΄Ολα φαίνονταν ομαλά όπως πάντοτε. Είχαν πολλά πλούτη και δεν μπορούσαν να πιστέψουν ότι ήταν δυνατόν τα όμορφα Σόδομα να καταστραφούν.

Λυπημένος ο Λωτ, επέστρεψε στο σπίτι του και διηγήθηκε την ιστορία της αποτυχίας του. Τότε οι άγγελοι του είπαν να σηκωθεί, να πάρει τη γυναίκα του και τις δύο κόρες που ζούσαν ακόμη μαζί του και να φύγει από την πόλη. Αλλά ο Λωτ αργοπορούσε. Ενώ καθημερινά θλιβόταν παρατηρώντας τη βιαιοπραγία, δεν είχε όμως πραγματικά αντιληφθεί σε ποιο χαμερπές και βδελυκτό σημείο είχε φθάσει η παρανομία στην αισχρή εκείνη πόλη. Δεν είχε καταλάβει την τρομερή ανάγκη της τιμωρίας του Θεού για την καταστολή της αμαρτίας. Μερικά από τα παιδιά του έμειναν προσκολλημένα στα Σόδομα και η γυναίκα του αρνείτο να φύγει χωρίς αυτά. Η σκέψη ότι θα έφευγε χωρίς εκείνους που θεωρούσε ό,τι πολυτιμότερο είχε στη γη αυτή, του φαινόταν αβάσταχτη. Δύσκολο του ήταν να εγκαταλείψει το πολυτελές σπίτι του και όλα τα πλούτη που είχε αποκτήσει με το μόχθο μιας ολόκληρης ζωής και να πάρει το δρόμο σαν άπορος περιπλανώμενος. Συντριμμένος από τη λύπη του, χρονοτριβούσε, μη θέλοντας να φύγει. Αν δεν ήταν οι άγγελοι του Θεού, θα είχαν όλοι τους χαθεί μέσα στην καταστροφή των Σοδόμων. Οι ουράνιοι απεσταλμένοι  πήραν  από το χέρι αυτόν, τη γυναίκα του και τις κόρες του και τους οδήγησαν έξω από την πόλη.

Εκεί οι άγγελοι τους άφησαν και επέστρεψαν στα Σόδομα για να εκτελέσουν το καταστρεπτικό έργο τους. ΄Ενας άλλος τώρα - Εκείνος τον οποίον ο Αβραάμ είχε ικετεύσει - πλησίασε το Λωτ. Ούτε δέκα άνθρωποι βρέθηκαν δίκαιοι σε ολόκληρη εκείνη την πεδινή περιοχή των πόλεων. Σε απάντηση  όμως  των  ικεσιών του πατριάρχη, ο μοναδικός άνθρωπος που είχε το φόβο του Θεού αποσπάσθηκε από τον  αφανισμό. Η προσταγή είχε δοθεί  με τρομακτική σφοδρότητα: «Διάσωσον την ζωήν σου. Μη περι- βλέψης οπίσω σου, και μη σταθής καθ’όλην την περίχωρον. Διασώθητι εις το όρος διά να μη απολεσθής.» Δισταγμός ή χρονοτριβή μπορούσαν τώρα να αποβούν μοιραία. Το ρίξιμο μιας τε- λευταίας ματιάς στην παραδομένη στην αμαρτία πόλη, η αργοπορία μιας μόνο στιγμής από λύπη για την εγκατάλειψη μιας τόσο όμορφης κατοικίας θα μπορούσαν να τους στοιχίσουν τη ζωή. Η θύελλα της θεϊκής τιμωρίας περίμενε μόνο τη  διάσωση  αυτών των φυγάδων.

Αμήχανος όμως και τρομοκρατημένος, ο Λωτ παρακάλεσε να μη τον βρει κανένα κακό και πεθάνει σε περίπτωση που δεν μπορούσε να κάνει ό,τι του είχε ζητηθεί. Ζώντας στην αμαρτωλή εκείνη πόλη, μέσα στην απιστία, είχε εξασθενήσει η πίστη του. Ο Αρχοντας του ουρανού στεκόταν στο πλευρό του, και όμως αυ- τός ικέτευε για τη ζωή του σαν ο Θεός που είχε δείξει τέτοια φροντίδα και αγάπη γι’αυτόν δεν ήταν σε θέση να τον προστατεύσει.

΄Οφειλε να εμπιστευθεί τον εαυτό του τελείως στο θεϊκό απεσταλμένο, αφήνοντας το θέλημά του και τη ζωή του στα χέρια του Κυρίου χωρίς καθόλου να αμφιβάλει ή να διερωτάται. Αλλά, όπως και τόσοι άλλοι, προσπάθησε και αυτός να κάνει τα δικά του σχέδια. «Ιδού, παρακαλώ, η πόλις αύτη είναι πλησίον ώστε να καταφύγω εκεί, και είναι μικρά. Εκεί παρακαλώ να διασωθώ. Δεν είναι μικρά; και θέλει ζήσει η ψυχή μου.» Η πόλη που αναφέρεται εδώ ήταν η Βελά που αργότερα ονομάσθηκε Σηγώρ. Απείχε λίγα μόνο μίλια από τα Σόδομα, και όντας διεφθαρμένη όπως και εκείνα, προοριζόταν για την καταστροφή. Ο Λωτ όμως ζήτησε να διασωθεί, ισχυριζόμενος ότι ζητούσε μια μικρή χάρη και η επιθυ- μία του εκπληρώθηκε. Ο Κύριος τον διαβεβαίωσε: «Επήκουσά σου και εις το πράγμα τούτο, να μη καταστρέψω την πόλιν περί της οποίας ελάλησας.» Πόσο μεγάλη είναι η ευσπλαχνία  του Θεού προς τα σφάλλοντα πλάσματά Του!

Και πάλι  τους δόθηκε  η σοβαρή διαταγή να βιασθούν, επειδή η λαίλαπα της φωτιάς δεν ήταν δυνατό να επιβραδυνθεί περισσότερο. ΄Ενα όμως άτομο από στους φυγάδες επιχείρησε να ρίξει μια ματιά προς τα πίσω, στην καταδικασμένη πόλη και έγινε μνημείο της κρίσης του Θεού. Αν ο ίδιος ο Λωτ δεν είχε δείξει δισταγμό να υπακούσει στην προειδοποίηση των αγγέλων και έφευγε αμέσως στο βουνό, χωρίς μια λέξη ικεσίας ή διαμαρτυρίας, η γυναίκα του θα είχε και αυτή σωθεί. Η επιρροή του παραδείγματος του θα την είχε σώσει από την αμαρτία που σφράγισε τη μοίρα της. Αλλά ο δισταγμός και η αργοπορία του την έκαναν να μην πάρει στα σοβαρά τη θεϊκή  προειδοποίηση.  Ενώ το σώμα της βρισκόταν στην πεδιάδα, η καρδιά της ήταν προσκολλημένη στα Σόδομα, και μαζί με εκείνα καταστράφηκε και αυτή. Επαναστάτησε κατά του Θεού επειδή Αυτός συμπεριέλαβε στην τιμωρία της καταστροφής την περιουσία της και τα παιδιά της. Αν και είχε τόσο πολύ ευνοηθεί παίρνοντας την ειδοποίηση να βγει από την αμαρτωλή πόλη, αισθανόταν ότι ο Θεός της φέρθηκε σκληρά, αφού τα πλούτη που με τόσο κόπο αποκτήθηκαν, τώρα καταστρέφονταν. Αντί να δεχθεί με ευγνωμοσύνη την απελευθέρωσή της, κοίταξε με αλαζονεία προς τα πίσω, ποθώντας τη ζωή εκείνων που είχαν απορρίψει τη θεϊκή προειδοποίηση. Η αμαρτία της έδειξε ότι δεν της άξιζε η ζωή για τη διατήρηση της οποίας τόσο λίγη ευγνωμοσύνη ένιωθε.

Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, να μη παίρνουμε στα ελαφρά τα ευσπλαχνικά μέσα που προμηθεύει ο Θεός για τη σωτηρία  μας. Υπάρχουν Χριστιανοί που λένε: ‘’Δε με μέλλει να σωθώ αν ο σύντροφος και τα παιδιά μου δεν πρόκειται να σωθούν μαζί μου.’’ Νομίζουν ότι ο ουρανός δε θα είναι γι’αυτούς ουρανός χωρίς την παρουσία εκείνων που τους είναι τόσο αγαπητοί.  Αυτοί  όμως που αισθάνονται έτσι, έχουν πραγματική αντίληψη της σχέσης τους με το Θεό σκεπτόμενοι τη μεγάλη αγαθότητα και ευσπλαχνία απέναντί τους; Λησμόνησαν ότι έχουν συνδεθεί με τους στενότερους δεσμούς αγάπης, τιμής και αφοσίωσης στην υπηρεσία του Δημιουργού και Λυτρωτή τους; Η πρόσκληση της ευσπλαχνίας απευθύνεται σε όλους. Αλλά επειδή οι φίλοι  μας απορρίπτουν  την ικετευτική αγάπη του Σωτήρα, θα την απορρίψουμε και εμείς; Της ψυχής η λύτρωση είναι πολύτιμη. Ο Χριστός πλήρωσε ανυπολόγιστη τιμή για τη σωτηρία μας και κανείς, που εκτιμάει την αξία της μεγάλης αυτής θυσίας ή την αξία της ψυχής, δε θα περιφρονήσει την προσφερόμενη ευσπλαχνία του Θεού επειδή οι άλλοι προτιμούν να κάνουν έτσι. Αυτό ακριβώς το γεγονός ότι άλλοι αγνοούν τις δίκαιες απαιτήσεις Του θα έπρεπε να μας κάνει αποφασιστικότερους να τιμήσουμε εμείς το Θεό και να οδηγήσουμε όσους μπορούμε να επηρεάσουμε, να δεχθούν την αγάπη Του.

«Ο ήλιος ανέτειλεν επί την γην ότε ο Λωτ εισήλθεν εις Σηγώρ.» Οι λαμπρές πρωινές ακτίνες φαίνονταν να προμηνύουν μόνο ευμάρεια και γαλήνη για τις πόλεις της πεδιάδας. Η πρωινή κίνηση είχε αρχίσει στους δρόμους. Ο καθένας έπαιρνε  τη δική του κατεύθυνση πηγαίνοντας για τις επιχειρήσεις του και τις απολαύσεις της ημέρας. Οι γαμπροί του Λωτ ειρωνεύονταν τους φό- βους και τις προειδοποιήσεις τού διανοητικά βλαμμένου γέροντα. Ξαφνικά, εντελώς αναπάντεχα, σαν κεραυνός σε ασυννέφιαστο ουρανό, ξέσπασε η θύελλα. Ο Θεός έβρεξε θειάφι και φωτιά από τον ουρανό επάνω στις πόλεις και στην εύφορη πεδιάδα. Τα παλάτια, οι ναοί, οι πολυτελείς κατοικίες, οι κήποι και τα αμπέλια καθώς και τα εύθυμα πλήθη των ηδονοθηρών που μόλις την προηγούμενη νύχτα είχαν προσβάλει τους ουράνιους απεσταλμένους, όλα καταναλώθηκαν από τη φωτιά. Ο καπνός της εκτεταμένης πυρκαγιάς ανέβαινε σαν καπνός πελώριας καμινάδας. Και η όμορφη κοιλάδα του Σιδδίμ ερημώθηκε, ένα μέρος που δεν επρόκειτο πια να ανοικοδομηθεί και να ξανακατοικηθεί - μια μαρτυρία σε όλες τις γενεές για την αναπόφευκτη τιμωρία του Θεού που ακολουθεί την παράβαση.

Οι φλόγες που κατανάλωσαν τις πόλεις της πεδιάδας στέλνουν το προειδοποιητικό τους φως μέχρι και στις μέρες μας. Μας διδάσκουν το σημαντικό και φοβερό μάθημα ότι ενώ η ευσπλαχνία του Θεού ανέχεται για πολύ καιρό τον παραβάτη, υπάρχει όμως ένα όριο το οποίο οι άνθρωποι δεν μπορούν να υπερβούν ζώντας στην αμαρτία. ΄Οταν φθάσουν στο σημείο αυτό, τότε η προσφερόμενη ευσπλαχνία αποσύρεται και αρχίζει η επιβολή της τιμωρίας.

Ο Λυτρωτής του κόσμου δηλώνει ότι υπάρχουν μεγαλύτερες αμαρτίες από εκείνες που προξένησαν την καταστροφή των Σοδόμων και Γομόρρων. ΄Οσοι ακούνε την ευαγγελική πρόσκληση που καλεί τους αμαρτωλούς σε μετάνοια και δεν της δίνουν προ- σοχή, θεωρούνται περισσότερο ένοχοι ενώπιον του  Θεού  από ό,τι οι κάτοικοι της κοιλάδας του Σιδδίμ. Και μεγαλύτερη ακόμη είναι η αμαρτία εκείνων που, ενώ ισχυρίζονται ότι γνωρίζουν το Θεό και τηρούν τις εντολές Του, αρνούνται όμως το Χριστό με το χαρακτήρα τους και με την  καθημερινή ζωή τους.  Σύμφωνα με την προειδοποίηση του Σωτήρα, η μοίρα των Σοδόμων αποτελεί σοβαρή παραίνεση όχι μόνο για εκείνους που επιδίδονται φανε- ρά στην αμαρτία, αλλά και για όλους όσοι δε δίνουν την πρέπου- σα σημασία στο φως και στα προνόμια που στέλνει ο Ουρανός.

Ο «Μάρτυς ο Πιστός» λέει τα ακόλουθα στην εκκλησία της Εφέσου: «΄Εχω τι κατά σου, διότι την αγάπην σου την πρώτην αφήκας. Ενθυμού λοιπόν πόθεν εξέπεσες, και μετανόησον, και κάμε τα πρώτα έργα. Ει δε μη, έρχομαι προς σε ταχέως, και θέλω κινήσει την λυχνίαν σου εκ του τόπου αυτής, εάν δεν μετανοήσης.» Ο Σωτήρας περιμένει ανταπόκριση στην προσφορά αγάπης και συγχώρησης την οποία διακρίνει ευσπλαχνία τρυφερότερη από εκείνη ενός επίγειου  πατέρα  προς το παραστρατημένο και πονεμένο παιδί του. Καλεί τους πλανώμενους: «Επιστρέψατε προς Εμέ, και θέλω επιστρέψει προς εσάς.» Αν όμως ο αμαρτωλός επίμονα αρνείται να δώσει προσοχή στη φωνή που τον καλεί με σπλαχνική και τρυφερή αγάπη, τελικά θα αφεθεί στο σκότος. Η καρδιά που για πολύ καιρό έχει περιφρονήσει  την  ευσπλαχνία του Θεού, σκληραίνεται από την αμαρτία και δεν ανταποκρίνεται πια στη χάρη Του. Τρομερή είναι η μοίρα της ψυχής εκείνου για τον οποίο ο Σωτήρας τελικά θα πει: «Προσεκολλήθη εις τα είδωλα, αφήσατε αυτόν.» (Αποκ. 2:4,5, Μαλ. 3:7, Ωσηέ 4:17). Την ημέρα της κρίσης ελαφρότερη θα είναι η τιμωρία των πόλεων της πεδιάδας από την τιμωρία εκείνων που γνώρισαν την αγάπη τουΧριστού αλλά την αποστράφηκαν προτιμώντας τις απολαύσεις ενός αμαρτωλού κόσμου.

Εσύ που περιφρονείς τις προσφορές της ευσπλαχνίας, σκέψου το μακροσκελή κατάλογο των όσων αναφέρονται σε βάρος σου στα βιβλία του ουρανού, επειδή εκεί τηρούνται κατάστιχα όπου καταχωρούνται οι ασέβειες των εθνών, των οικογενειών και των ατόμων. Μπορεί ο Θεός να δείχνεται  πολύ  υπομονητικός όσο οι λογαριασμοί είναι ακόμη ανοικτοί και η πρόσκληση για μετάνοια καθώς και η προσφορά συγχώρησης εξακολουθούν να χορηγούνται. ΄Ερχεται όμως ο καιρός που κλείνουν οι λογαριασμοί, η απόφαση για την κάθε ψυχή θα έχει τότε παρθεί και το πεπρωμένο του ανθρώπου θα έχει από την ίδια του την εκλογή σφραγισθεί. Τότε πια δίνεται το σύνθημα για την εκτέλεση της τιμωρίας.

Η κατάσταση του σύγχρονου θρησκευτικού κόσμου παρουσιάζει λόγους για ανησυχία. Η ευσπλαχνία του Θεού δεν υπολογίζεται. Πλήθη ανθρώπων ακυρώνουν το νόμο του Κυρίου «διδάσκοντες διδασκαλίας εντάλματα ανθρώπων». Η απιστία κυριαρχεί σε πολλές από τις εκκλησίες της χώρας μας. ΄Οχι απιστία στη στενή της έννοια, δηλαδή φανερή άρνηση της Αγίας Γραφής, αλλά μια απιστία που ενώ φέρει το ένδυμα της χριστιανοσύνης, υποδαυλίζει την πίστη στη Γραφή ως αποκάλυψη από το Θεό. Η ένθερμη αφοσίωση και ζωτική ευσέβεια έχουν υποχωρήσει μπροστά στον κούφιο τυπικισμό. Ο Χριστός δήλωσε: «Καθώς έγεινεν εν ταις ημέραις του Λωτ . . . ωσαύτως θέλει είσθαι καθ’ην ημέραν ο Υιός του ανθρώπου θέλει φανερωθή.» (Ματθ. 15:9, Λουκά 17:28,30). Τα καθημερινά ανακοινωθέντα των σύγχρονων γεγονότων πιστοποιούν την εκπλήρωση των λόγων Του. Γοργά ο κόσμος ωριμάζει για την καταστροφή. Σε λίγο οι κρίσεις του Θεού πρόκειται να ξεσπάσουν, και η αμαρτία και οι αμαρτωλοί θα εξολοθρευθούν.

Ο Σωτήρας είπε: «Προσέχετε εις σεαυτούς μήποτε βαρυνθώσιν αι καρδίαι σας από κραιπάλης και μέθης και μεριμνών βιωτικών, και επέλθη αιφνίδιος εφ’υμάς η ημέρα εκείνη, διότι ως παγίς θέλει επέλθει επί πάντας τους καθημένους επί πρόσωπον πάσης της γης» - επάνω σε αυτούς που επικεντρώνουν τα συμφέροντά τους στον κόσμο αυτόν. «Αγρυπνείτε λοιπόν δεόμενοι εν παντί καιρώ διά να καταξιωθήτε να εκφύγητε πάντα ταύτα τα μέλλοντα να γείνωσι, και να σταθήτε έμπροσθεν του Υιού του ανθρώπου.» (Λουκά 21:34-36)

Πριν από την καταστροφή των Σοδόμων, ο Θεός έστειλε ένα μήνυμα στο Λωτ: «Διάσωσον την ζωήν σου. Μη περιβλέψης οπίσω σου και μη σταθής καθ’όλην την περίχωρον, διασώθητι εις το όρος διά να μη απολεσθής.» Την ίδια προειδοποιητική φωνή άκουσαν οι μαθητές του Χριστού πριν από την καταστροφή των Ιεροσολύμων: «΄Οταν ίδητε την Ιερουσαλήμ  περικυκλουμένην υπό στρατοπέδων, τότε γνωρίσατε ότι επλησίασεν η ερήμωσις αυτής. Τότε οι όντες εν τη Ιουδαία ας φεύγωσιν εις τα όρη.» (Λουκά 21:20, 21). Δεν έπρεπε να βραδύνουν για να γλιτώσουν κάτι από τα υπάρχοντά τους, αλλά όφειλαν να επωφεληθούν όσο το δυνατό περισσότερο από την ευκαιρία να διαφύγουν την καταστροφή.

Ακολούθησε μια έξοδος, ένας αποφασιστικός  διαχωρισμός από τους ασεβείς, μια διαφυγή προς τη ζωή. Το ίδιο συνέβη στις ημέρες του Νώε. Το ίδιο έγινε και με το Λωτ. Το ίδιο με τους μαθητές πριν από την καταστροφή της Ιερουσαλήμ. Και ακριβώς το ίδιο θα συμβεί στις έσχατες ημέρες. Ξανακούγεται η φωνή του Θεού με ένα προειδοποιητικό άγγελμα που καλεί το λαό Του να χωρισθεί από την επικρατούσα ανομία.

Η κατάσταση της διαφθοράς και της αποστασίας που τις έσχατες ημέρες θα παρατηρείται στο θρησκευτικό κόσμο, γωστοποιήθηκε στον αποκαλυπτή Ιωάννη όταν σε ένα όραμά του παρουσιάσθηκε η Βαβυλώνα «η πόλις η μεγάλη η έχουσα βασιλείαν επί των βασιλέων της γης.» Πριν έρθει η καταστροφή της, θα δοθεί από τον ουρανό η ακόλουθη κλήση: «Εξέλθετε εξ αυτής, ο λαός Μου, διά να μη συγκοινωνήσητε εις  τας αμαρτίας αυτής, και  να μη λάβητε εκ των πληγών αυτής.» ΄Οπως στην εποχή του Νώε  και του Λωτ, θα μεσολαβήσει ευκρινής διαχωρισμός από την αμαρτία και τους αμαρτωλούς. Κανένας συμβιβασμός δεν μπορεί να υπάρξει ανάμεσα στο Θεό και στον κόσμο, καμιά επιστροφή προς τα πίσω για εξασφάλιση επίγειων θησαυρών. «Δεν δύνασθε να δουλεύητε Θεόν και Μαμμωνά.» (Αποκ. 17:18,  18:4, Ματθ. 6:24).


΄Οπως οι κάτοικοι της πεδιάδας του Σιδδίμ, έτσι και οι σημερινοί άνθρωποι ονειρεύονται ειρήνη και ασφάλεια. «Διάσωσον την ζωήν σου», προειδοποιούν οι απεσταλμένοι του Θεού. ΄Αλλες φωνές όμως ακούγονται να λένε: ‘’Μη θορυβείσαι. Δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας.’’ Τα πλήθη φωνάζουν: «ειρήνη και ασφάλεια», ενώ ο ουρανός εξαγγέλλει ότι γρήγορα πρόκειται να επέλθει η καταστροφή του παραβάτη. Την παραμονή της καταστροφής τους, οι πόλεις της πεδιάδας ξεφάντωναν στις διασκεδάσεις και χλεύαζαν τους φόβους και τις προειδοποιήσεις του απεσταλμένου του Θεού.

Οι χλευαστές όμως εκείνοι εξολοθρεύθηκαν μέσα στη φωτιά. Την ίδια εκείνη νύχτα η θύρα του ελέους έκλεισε παντοτινά για τους ασεβείς, αδιάφορους κατοίκους των Σοδόμων. Ο άνθρωπος δεν μπορεί διαρκώς να αψηφεί και να περιπαίζει το Θεό. «Ιδού, η ημέρα του Κυρίου έρχεται, σκληρά και πλήρης θυμού και οργής φλογεράς, δια να καταστήση την γην έρημον, και θέλει εξαλείψει απ’αυτής τους αμαρτωλούς αυτής

Η πλειονότητα του κόσμου θα απορρίψει την ευσπλαχνία του Θεού και θα καταπωθεί από την τελική καταστροφή. ΄Οποιος όμως προσέξει την προειδοποίηση, αναφέρεται ως  «κατοικών υπό την σκέπην του Υψίστου», και ότι «υπό την σκιάν του Παντοκράτορος θέλει διατρίβει». Η αλήθειά Του θα είναι η ασπίδα  και η πανοπλία των ατόμων αυτών. Σε αυτούς δίνεται η υπόσχεση: «Θέλω χορτάσει αυτόν μακρότητα ημερών, θέλω δείξει εις αυτόν την σωτηρίαν Μου.» (Ησ. 13:9, Ψαλμ. 91:1,4,16).

Λίγο διάστημα κατοίκησε ο Λωτ στη Σηγώρ. Η αμαρτία κυριαρχούσε εδώ όπως στα Σόδομα, και  φοβήθηκε  να παραμείνει εκεί με την ιδέα ότι η πόλη θα καταστρεφόταν. Λίγο αργότερα η Σηγώρ εξολοθρεύθηκε όπως το είχε σχεδιάσει ο Θεός. Ο Λωτ έφυγε στα βουνά και κατοίκησε σε μια σπηλιά στερημένος από κάθετι για το οποίο διακινδύνεψε να εκθέσει την οικογένειά του στην επιρροή μιας αμαρτωλής πόλης. Η κατάρα των Σοδόμων  τον κατέτρεχε και εκεί ακόμη. Η αμαρτωλή διαγωγή των θυγατέρων του ήταν το αποτέλεσμα της κακής συναναστροφής που έκα- ναν στην παράνομη εκείνη πόλη. Ο χαρακτήρας τους τόσο πολύ συνυφάνθηκε με την επικρατούσα ηθική διαφθορά που δεν ήταν σε θέση να διακρίνουν μεταξύ καλού και κακού. Οι μοναδικοί απόγονοι του Λωτ - οι Μωαβίτες και οι Αμμωνίτες - ήταν αμαρτωλές, ειδωλολατρικές φυλές, επαναστάτες κατά του Θεού και άσπονδοι εχθροί του λαού Του.

 Τι μεγάλη αντίθεση παρουσίαζε η ζωή του Λωτ συγκρινόμενη με τη ζωή του Αβραάμ! Κάποτε υπήρξαν σύντροφοι που λάτρευαν το Θεό γύρω από το ίδιο θυσιαστήριο και κατοικούσαν πλάι- πλάι στις νομαδικές σκηνές τους. Αλλά τι μεγάλη απόσταση τους χώριζε τώρα! Ο Λωτ  είχε  διαλέξει  τα Σόδομα για τις τέρψεις και τα υλικά κέρδη. Εγκαταλείποντας το βωμό του Αβραάμ και τις καθημερινά προσφερόμενες θυσίες στο ζώντα Θεό, είχε επιτρέψει στα παιδιά του να συναναστραφούν ένα διαφθαρμένο ειδωλολατρικό λαό.

Παραταύτα, είχε διατηρήσει στην καρδιά του το φόβο  του Θεού, επειδή στη Γραφή αναφέρεται ως «δίκαιος» άνθρωπος. Η δίκαιη ψυχή του βασανιζόταν από τις απρεπείς κουβέντες που έφθαναν καθημερινά στα αυτιά του και από τις βιαιοπραγίες και την εγκληματικότητα που ήταν ανίκανος να εμποδίσει. Τελικά, σώθηκε ως «δαυλός απεσπασμένος από πυρός» (Ζαχ. 3:2), αλλά απογυμνωμένος από την περιουσία του, στερημένος τη γυναίκα του και τα παιδιά του, κατοικώντας στις σπηλιές σαν τα αγρίμια, κηλιδωμένος στα γεράματα από την ντροπή. Και έφερε στον κόσμο όχι μια φυλή από δίκαιους ανθρώπους, αλλά δύο ειδωλολατρικά έθνη, εχθρικά στο Θεό, πολέμια του λαού Του, μέχρι που κατέληξαν στον αφανισμό όταν ξεχείλισε το ποτήρι της παρανομίας τους. Πόσο τρομερά τα αποτελέσματα στα οποία οδήγησε ένα μόνο παραπάτημα!

Ο σοφός Σολομών λέει: «Μη μερίμνα διά να γίνης πλούσιος, άπεχε από της σοφίας σου.» «Ο δωρολήπτης ταράττει τον οίκον αυτού, αλλ’όστις μισεί τα δώρα, θέλει ζήσει.» Και ο απόστολος Παύλος δηλώνει: «΄Οσοι θέλουσι να πλουτώσι, πίπτουσιν εις πειρασμόν και παγίδα και εις επιθυμίας πολλάς, ανοήτους και βλαβεράς, αίτινες βυθίζουσι τους ανθρώπους εις όλεθρον και απώλειαν.» (Παρ. 23:4, 15:27, Α΄Τιμ. 6:9).

΄Οταν ο Λωτ πήγε να κατοικήσει στα Σόδομα, είχε τη στερεή απόφαση να παραμείνει μακριά από την παρανομία και να διευ- θύνει την οικογένειά του σύμφωνα με τις αρχές του.  Απέτυχε όμως παταγωδώς. Οι ανήθικες συνήθειες που τον περιέβαλλαν, επέδρασαν στην πίστη αυτού του ίδιου και η επαφή των παιδιών του με τους κατοίκους των Σοδόμων έδεσε το συμφέρον του σε κάποιο μέτρο με το δικό τους. Μπροστά μας έχουμε τα αποτελέσματα.

Πολλοί κάνουν ακόμη το ίδιο λάθος. Προκειμένου να διαλέξουν την κατοικία τους, αποβλέπουν μάλλον στα εφήμερα προσόντα από τα οποία θα ωφεληθούν, παρά στην ηθική και κοινωνική επίδραση που θα περιβάλλουν αυτούς και τις οικογένειές τους. Διαλέγουν μια όμορφη και εύφορη περιοχή ή μετακομίζουν σε μια ακμάζουσα πόλη με την ελπίδα να εξασφαλίσουν μεγαλύτερη ευμάρεια. Τα παιδιά τους όμως περιβάλλονται από πειρασμούς και συχνά κάνουν συναναστροφές που δεν ευνοούν στην καλλιέργεια της ευσέβειας ούτε στη διάπλαση του ορθού χαρακτήρα. Η ατμόσφαιρα της ηθικής κατάπτωσης, της απιστίας, της αδιαφορίας για τα πνευματικά τείνει να εξουδετερώσει την επιρροή των γονέων. Συνέχεια μπροστά στους νέους  παρουσιάζονται παραδείγματα ανταρσίας κατά της πατρικής και της θεϊκής εξουσίας. Πολλοί σχηματίζουν δεσμούς με τους απίστους και τους αθέους, και καταλήγουν να συμμετέχουν στη μοίρα των εχθρών του Θεού.
Στην εκλογή της κατοικίας μας ο Θεός περιμένει από εμάς να λάβουμε πρώτα απ’όλα υπόψη τις ηθικές και θρησκευτικές επιδράσεις στις οποίες θα είμαστε εκτεθειμένοι εμείς και οι οικογένειές μας. Είναι ενδεχόμενο να βρεθούμε σε δυσμενή θέση επειδή μπορεί να μη βρεθούμε στο περιβάλλον που θέλουμε. Οπουδήποτε το καθήκον μάς καλεί, ο Θεός θα μας βοηθήσει να διατηρηθούμε αμόλυντοι, αν αγρυπνούμε και προσευχόμαστε εμπιστευόμενοι στη χάρη του Χριστού. Δεν πρέπει όμως χωρίς λόγο να βρεθούμε σε περιβάλλον που δεν ευνοεί στη διαμόρφωση χριστιανικού χαρακτήρα. ΄Οταν εκούσια τοποθετηθούμε σε ατμόσφαιρα κοσμικότητας και απιστίας, δυσαρεστούμε το Θεό και απομακρύνουμε τους αγίους αγγέλους από τα σπίτια μας.

Αυτοί που εξασφαλίζουν τα παιδιά τους με κοσμικά πλούτη και τιμές σε βάρος των αιώνιων συμφερόντων, θα αντιληφθούν στο τέλος ότι τα προνόμια αυτά είναι μια τρομερή απώλεια. Πολλοί βλέπουν, όπως ο Λωτ, τα παιδιά τους καταστραμμένα και μόλις μετά βίας κατορθώνουν να σώσουν τη δική τους ψυχή. Το έργο μιας ολόκληρης ζωής πηγαίνει χαμένο. Η ζωή τους είναι μια οικτρή αποτυχία. Αν εξασκούσαν πραγματική σοφία, ίσως τα παι- διά τους να είχαν λιγότερα από τα αγαθά του κόσμου, αλλά θα είχαν σίγουρα εξασφαλίσει έναν τίτλο για την αιώνια κληρονομιά.

Η κληρονομιά που ο Θεός υποσχέθηκε στο λαό Του, δε βρίσκεται στον κόσμο αυτό. Ο Αβραάμ δεν είχε ακίνητη περιουσία στη γη αυτή, «ουδέ βήμα ποδός». (Πράξ. 7:5). Είχε πολλά αγαθά και τα χρησιμοποίησε για τη δόξα του Θεού και για το καλό των συνανθρώπων του. Δε θεωρούσε όμως αυτό τον κόσμο μόνιμη κατοικία του. Ο Κύριος τον είχε καλέσει να εγκαταλείψει τους ειδωλολάτρες συμπατριώτες του δίνοντάς του την υπόσχεση της Χαναάν για αιώνια κτήση του. Και όμως, ούτε αυτός, ούτε ο γιος του την κατέκτησαν. ΄Οταν ο Αβραάμ ζήτησε τόπο ενταφιασμού για τη νεκρή γυναίκα του, χρειάσθηκε να τον αγοράσει από τους Χαναναίους. Ο μοναδικός τόπος που περιήλθε στην κατοχή του στη χώρα της Επαγγελίας ήταν ο λαξευτός τάφος της σπηλιάς του Μαμπελάχ.

Μολαταύτα ο λόγος του Θεού δεν απέτυχε, αλλά ούτε εκπληρώθηκε με την κατοχή της Χαναάν από τον ιουδαϊκό λαό. «Προς τον Αβραάμ ελαλήθησαν αι επαγγελίαι και προς το σπέρμα αυτού.» Ο ίδιος ο Αβραάμ δε θα λάμβανε την κληρονομιά. Η υπόσχεση του Θεού μπορεί φαινομενικά να αργεί να εκπληρωθεί, επειδή «παρά Κυρίω μία ημέρα είναι  ως χίλια έτη, και χίλια έτη  ως ημέρα μία». Φαίνεται να βραδύνει, στον ορισμένο όμως καιρό «βεβαίως θέλει ελθεί, δεν θέλει βραδύνει.» Το δώρο αυτό στον Αβραάμ και στο σπέρμα του συμπεριλάμβανε όχι μόνο τη γη Χαναάν, αλλά ολόκληρη τη γη. ΄Οπως αναφέρει ο απόστολος, «η επαγγελία προς τον Αβραάμ ή προς το σπέρμα αυτού, ότι έμελλε να ήναι κληρονόμος του κόσμου, δεν έγεινε διά του νόμου, αλλά διά της δικαιοσύνης της εκ πίστεως». Και η Γραφή σαφώς διδάσκει ότι οι υποσχέσεις που δόθηκαν στον Αβραάμ, μέλλουν να εκπληρωθούν μέσο του Χριστού. ΄Οσοι είναι του Χριστού, είναι «σπέρμα του Αβραάμ και κατά την επαγγελίαν κληρονόμοι», καλεσμένοι «εις κληρονομίαν άφθαρτον και αμίαντον και αμάραντον.» Επειδή «η βασιλεία και η εξουσία και η μεγαλωσύνη των βασιλειών των υποκάτω παντός του ουρανού, θέλει δοθή εις τον λαόν των αγίων του Υψίστου», και «οι πραείς θέλουσι κληρονομήσει την γην, και θέλουσι κατατρυφά εν πολλή ειρήνη». (Γαλ. 3:16, Β΄Πέτρ. 3:8, Αββ. 2:3, Ρωμ. 4:13, Γαλ. 3:29, Α΄Πέτρ. 1:4, Δαν. 7:27, Ψαλμ. 37: 11).

Ο Θεός παρουσίασε στον Αβραάμ μια θέα της άφθαρτης κλη- ρονομιάς, και με την ελπίδα αυτή ο Αβραάμ ικανοποιήθηκε.

«Διά πίστεως παρώκησεν εις την γην της επαγγελίας ως ξένην, κατοικήσας εν σκηναίς, μετά Ισαάκ και Ιακώβ των συ- γκληρονόμων της αυτής επαγγελίας, διότι περιέμενε την πόλιν την έχουσαν τα θεμέλια, της οποίας τεχνίτης και δημιουργός είναι ο Θεός.» (Εβρ. 11:9,10).

Για τους απογόνους του Αβραάμ έχει καταχωρηθεί: «Εν πίστει απέθανον ούτοι πάντες, μη λαβόντες τας επαγγελίας, αλλά μα- κρόθεν ιδόντες αυτάς, και πεισθέντες, και εγκολποθέντες, και ομολογήσαντες ότι είναι ξένοι και παρεπίδημοι επί της γης.» Και εμείς πρέπει να παροικούμε σαν ξένοι και παρεπίδημοι εδώ, αν θέλουμε να αποκτήσουμε πατρίδα «καλυτέραν, τουτέστιν επουράνιον.» (εδ. 13, 16). Αυτοί που είναι τέκνα του Αβραάμ, θα αποβλέπουν στην πόλη, στην οποία εκείνος απέβλεπε, και «της οποίας τεχνίτης και δημιουργός είναι ο Θεός

alitoteam

Delete this element to display blogger navbar

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...
 
Powered by alito v2 2013